Από την αρθρογραφία της Βούλας Δημητριάδου στο περιοδικό «Δικαστικό Ρεπορτάζ»
Σύμφωνα με το άρθρο 1532 ΑΚ «Αν ο πατέρας ή η μητέρα παραβαίνουν τα καθήκοντα που τους επιβάλλει το λειτούργημά τους για την επιμέλεια του προσώπου του τέκνου ή τη διοίκηση της περιουσίας του ή αν ασκούν το λειτούργημα αυτό καταχρηστικά ή δεν είναι σε θέση να ανταποκριθούν σε αυτό, το δικαστήριο μπορεί, εφ’ όσον το ζητήσουν ο άλλος γονέας ή οι πλησιέστεροι συγγενείς του τέκνου ή ο εισαγγελέα, να διατάξει οποιοδήποτε πρόσφορο μέτρο
Κακή άσκηση της γονικής μέριμνας συνιστούν ιδίως και μεταξύ άλλων … η καταδίκη του γονέα με οριστική δικαστική απόφαση για ενδοοικογενειακή βία ή για εγκλήματα κατά της γενετήσιας ελευθερίας ή για εγκλήματα οικονομικής εκμετάλλευσης της γενετήσιας ζωής.
…Το Δικαστήριο στις περιπτώσεις αυτές, δύναται να αφαιρέσει από τον υπαίτιο γονέα την άσκηση της γονικής μέριμνας ή της επιμέλειας, ολικά ή μερικά και να την αναθέσει αποκλειστικά στον άλλον γονέα, καθώς επίσης να διατάξει κάθε πρόσφορο μέτρο προς διασφάλιση του συμφέροντος του τέκνου.
Σε κάθε περίπτωση το Δικαστήριο θα κρίνει και θα αποφασίσει με γνώμονα αποκλειστικά το συμφέρον του τέκνου.
Η ενδοοικογενειακή βία συνίσταται σε βλαπτικές (κακοποιητικπές συμπεριφορές) όπως η σωματική ψυχολογική και συναισθηματική κακομεταχείριση καθώς και σε μία εξαναγκαστική απειλητική συμπεριφορά έναντι μελών της οικογένειας.
Πολλές φορές τα τέκνα υφίστανται ή γίνονται μάρτυρες πράξεων ενδοοικογενειακής βίας, οι οποίες επηρεάζουν την ομαλή ψυχοσωματική και πνευματική τους ανάπτυξη με σοβαρές πιθανότητες σε μακροπρόθεσμη βάση να εκδηλώσουν τις ίδιες επιθετικές συμπεριφορές και να παρουσιάσουν τάσεις αυτοκαταστροφής, δυσλεξία, μελαγχολία, επιπτώσεις στην μαθησιακή τους πρόοδο κ.ά.
Τα δε ενήλικα θύματα της ενδοοικογενειακής βίας, τα οποία στατιστικά αναφέρονται σε γυναίκες συντρόφους (συζύγους, μητέρες) παρουσιάζουν ψυχοσωματικές διαταραχές, μανιοκατάθλιψη, χαμηλή αυτοεκτίμηση, καχυποψία, ενοχές, σεξουαλικά προβλήματα και άλλα.
Στις περιπτώσεις αυτές αναφορικά με την τεκμηρίωση αδικημάτων στα πλαίσια του Νόμου 3500/2006 γεννούνται ζητήματα όπως το αν η άσκηση ψυχολογικής βίας στο χώρο της οικογένειας υπάγεται στις διατάξεις του Νόμου, διότι αναμφισβήτητα η πρόκληση ψυχικού πόνου, ψυχικών τραυμάτων συνιστούν μορφές βίας αφού δύνανται να προκαλέσουν βλάβη του κεντρικού νευρικού συστήματος και της ψυχικής υγείας.
Τα ανωτέρω επικροτεί και η Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης στο άρθρο 33, η οποία κυρώθηκε με το Ν. 4531/2018 και κατά την οποία ζητείτο μεταξύ άλλων η ποινικοποίηση συμπεριφορών που κατατείνει στην πρόκληση βλάβης με την άσκηση ψυχολογικής βίας μέσω απειλών ή καταναγκαστικών συμπεριφορών.
Η διάταξη ντου άρθρ. 32 § 4 του Ν. 4619/2019 όπως αποτυπώθηκε και στην αιτιολογική έκθεση του νέου Π.Κ. …εξομοίωσε με την πρόκληση σωματικής βλάβης κατά την παράγραφο 1 στοιχείο γ και την μεθοδευμένη πρόκληση έντονου σωματικού πόνου ή σωματικής εξάντλησης επικίνδυνης για την υγεία, ή ψυχικού πόνου ικανού να επιφέρει σοβαρή ψυχική βλάβη, ιδίως με την παρατεταμένη απομόνωση σε βάρος των προσώπων της πρώτης παραγράφου. Συνεπώς ο νομοθέτης μερίμνησε να συμπεριλάβει με τις νέες διατάξεις του άρθρ. 312 ΠΚ και την ψυχολογική βία στις ποινικά κολάσιμες πράξεις. Η νέα αυτή διάταξη δεν καταργεί τον Ν. 3500/2006 «περί ενδοοικογενειακής βίας» ο οποίος εφαρμόζεται για όλες τις εγκληματικές πράξεις που περιγράφονται σ’ αυτόν και αν ακόμη για κάποιες από αυτές η ποινική κύρωση είναι εκείνη του άρθρ. 312 ΠΚ. Σε κάθε περίπτωση το θύμα ενδοοικογενειακής βίας καλύπτεται από τις δικονομικές προδιαγραφές και την δικονομική διαδικασία του Ν. 3500/2006 πλην όμως η νέα διάταξη (312 ΠΚ) ως ειδικότερη υπερισχύει έναντι αυτού.
Συνεπώς η αναφορά σε καταδίκη γονέα για αδικήματα (κακοποιητικών συμπεριφορών) που έλαβαν χώρα στα πλαίσια το Ν. 3500/2006 «ενδοοικογενειακής βίας» εντάσσονται αναμφισβήτητα και οι συμπεριφορές που τείνουν στην μεθοδευμένη πρόκληση έντονου σωματικού πόνου, σωματικής εξάντλησης επικίνδυνης για την υγεία, ψυχικού πόνου ικανού να επιφέρει σοβαρή ψυχική βλάβη δηλαδή κάθε μορφή ψυχολογικής βίας.
Επ’ αφορμή λοιπόν της εφαρμογής του Ν. 4800/2021 (της νέας νομοθεσίας οικογενειακού δικαίου) και συγκεκριμένα αναφορικά με την αφαίρεση της γονικής μέριμνας ή της επιμέλειας τέκνου λόγω καταδίκης του γονέα για ενδοοικογενειακή βία με οριστική δικαστική απόφαση γεννώνται τα εξής εύλογα ερωτήματα: 1ον) Τι θα συμβεί στις περιπτώσεις εκείνες όταν αποσιωπώνται περιστατικά κακοποίησης συμπεριλαμβανομένων και των μορφών ψυχολογικής βίας εντός της οικογένειας με ανήλικο τέκνο, 2ον) λαμβανομένης υπόψη της μεγάλης καθυστέρησης για την εκδίκαση των υποθέσεων αυτών και πόσο μάλλον όταν ο δράστης προφασίζεται εσκεμμένα την συνδιαλλαγή με το θύμα προκειμένου να επιτύχει μία μακρά εκκρεμοδικία; Βάσει ποίων κριτηρίων θα αξιολογηθεί η καταλληλότητα ή όχι του γονέα για το χρονικό διάστημα που μεσολαβεί από την υποβολής της μήνυσης για αδικήματα που τελέστηκαν στα πλαίσια της ενδοοικογενειακής βίας μέχρι την έκδοση οριστικής απόφασης;
Εν κατακλείδι στις περιπτώσεις αυτές ο νομοθέτης επαφίεται στην κρίση του φυσικού Δικαστή να αποφασίσει αναφορικά με την άσκηση της γονικής μέριμνας ή της επιμέλειας του τέκνου με γνώμονα και μόνο το συμφέρον του.
Άλλωστε τα παιδιά είναι οι βασικοί μάρτυρες και αποδέκτες συμπεριφορών και σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να ακούγονται από παιδοψυχολόγους και Δικαστές τα θύματα της βίας εντός του οικογενειακού περιβάλλοντος. Θα πρέπει να έχουν αρωγούς και υποστηρικτές των συμφερόντων τους αρμόδιους φορείς, ψυχολόγους, κοινωνικούς λειτουργούς και ειδικά Δικαστήρια οικογενειακών διαφορών που θα μεριμνήσουν και θα διασφαλίσουν παντοιοτρόπως την ομαλή πνευματική και ψυχοσωματική τους ανάπτυξη.