Σεξουαλικά Εγκλήματα Αναφορά στις νέες διατάξεις του άρθρ. 336 Π.Κ.

Από την αρθρογραφία της Βούλας Δημητριάδου στο περιοδικό "Δικαστικό Ρεπορτάζ"

 

Με το άρθρ. 8§1 του Ν. 3500/2006 αντικαταστάθηκε η παρ. 1 και κατά τη νέα διατύπωση τιμωρείται πλέον και ο βιασμός μεταξύ συζύγων.

Σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση του ως άνω νόμου αντιμετωπίζονται ως εγκλήματα ενδοοικογενειακής βίας ο βιασμός και η κατάχρηση σε ασέλγεια κατά συζύγου.

Ο συζυγικός βιασμός αναγνωρίζεται πλέον σε όλα τα σύγχρονα κράτη και στην ελληνική έννομη τάξη με την τελευταία τροποποίηση του άρθρ. 336 Π.Κ. η οποία συμβαδίζει τόσο με τις σύγχρονες αντιλήψεις για την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και εντός γάμου αλλά και με προσπάθειες του παρελθόντος για νομοθετικές μεταρρυθμίσεις σχετικά με τα εγκλήματα σε βάρος της γενετήσιας ελευθερίας.

Ο νέος νόμος 4619/2019 επικύρωσε τα «Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης για την πρόληψη και την καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών και της ενδοοικογενειακής βίας (άρθρ. 26 § 1 εδαφ. α, β, γ και παρ. 2) γνωστή και ως σύμβαση της Κωνσταντινούπολης, σύμφωνα με την οποία ως βιασμός ορίζεται οποιαδήποτε γενετήσια πράξη χωρίς τη συναίνεση των συμμετεχόντων.

Όποιες περιπτώσεις δεν εμπίπτουν στην ειδικότερη διάταξη της παρ. 1, όταν δηλαδή οι βιασμοί δεν επιτυγχάνονται μέσω σωματικής βίας ή απειλής κατά τη ζωής και της σωματικής ακεραιότητας περιλαμβάνονται πλέον στη νεοείσακτη με τον Ν. 4619/2019 διάταξη (του άρθρ. 336 παρ. 4 Π.Κ.).

Σύμφωνα με το άρθρο 36 παρ. 2 της Σύμβασης «η συγκατάθεση πρέπει να παρέχεται εκουσίως, ως αποτέλεσμα ελεύθερης βούλησης του ατόμου η οποία αξιολογείται στο πλαίσιο των συνοδών περιστάσεων.

Η τροποποίηση των διατάξεων «περί βιασμού» με τον Νέο Ποινικό Κώδικα ήτο αποτέλεσμα μίας συντονισμένης προσπάθειας κρατών και διεθνών οργανισμών ενάντια στην έμφυλη και σεξιστική βία με καθορισμό ενός και μόνο κριτηρίου αυτού της μη ύπαρξης συναίνεσης των θυμάτων.

Σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση του Ν. 4619/2019 ως μέσο τέλεσης του εγκλήματος της παρ. 1 διατηρείται η σωματική βία ενώ εξειδικεύεται σε σημαντικό βαθμό το περιεχόμενο της απειλής. Η νομοπαρασκευαστική επιτροπή έκρινε αφ’ ενός ότι δεν ήτο επαρκής η αναφορά στην απειλή σπουδαίου και άμεσου κινδύνου και αφ’ ετέρου ότι μία γενική αναφορά στην ασελγή πράξη της οποίας η ερμηνεία δημιούργησε διαχρονικά προβλήματα θα έπρεπε να καταστεί πιο σαφής και συγκεκριμένη χαρακτηρίζοντας αυτή ως επιχείρηση ή ανοχή γενετήσιας πράξης.

          Ως διακεκριμένη μορφή του εγκλήματος παραμένει ο ομαδικός βιασμός που απειλείται με κάθειρξη τουλάχιστον δέκα (10) ετών. Στο ίδιο άρθρο έχει ενταχθεί και το εκ του αποτελέσματος έγκλημα του θανατηφόρου βιασμού για το οποίο απειλείται ισόβια κάθειρξη.

 

Προστατευόμενο έννομο αγαθό

Μέχρι την ψήφιση του Ν. 1419/1984 γινόταν ομόφωνα αποδεκτό από την ποινική επιστήμη και τη Νομολογία, ότι το προστατευόμενο έννομο αγαθό στο έγκλημα του βιασμού, όπως και στα υπόλοιπα σεξουαλικά εγκλήματα ήταν «το κοινό αίσθημα της αιδούς και των ηθών» άποψη που είχε κατακριθεί στην επιστήμη καθότι έργο του ποινικού νομοθέτη δεν είναι η τιμώριση των ανήθικων αλλά του επικίνδυνου για την κοινωνία. Άλλωστε πλέον τα εγκλήματα κατά των ηθών με την ψήφιση του Ν. 1419/1984 μετονομάστηκαν σε «Εγκλήματα κατά της γενετήσιας ελευθερίας και εγκλήματα οικονομικής εκμετάλλευσης της γενετήσιας ζωής».

Έτσι κατά την ορθότερη άποψη προστατευόμενο έννομο αγαθό δεν είναι τα ήθη, αλλά η γενετήσια ελευθερία και η αξιοπρέπεια κάθε ανθρώπου. Ο καθείς έχει το δικαίωμα αυτοδιάθεσης στην ερωτική του ζωή.

Στην ίδια κατεύθυνση κινείται η νομολογία η οποία ορίζει ότι με το έγκλημα του βιασμού προστατεύεται το έννομο αγαθό της ελευθερίας του προσώπου σε σχέση με την ικανοποίηση της γενετήσιας ορμής του.

Χαρακτηριστικά γνωρίσματα του εγκλήματος

Στη διάταξη του άρθρ. 336 Π.Κ. συνενώνονται σ’ ένα έγκλημα ο βιασμός και ο εξαναγκασμός σε γενετήσια πράξη. Μέχρι την ψήφιση του Ν. 1419/1984 το άρθρ. 336 Π.Κ. όριζε ως βιασμό μόνο τον εξαναγκασμό γυναίκας με σωματική βία ή απειλή σε εξώγαμη συνουσία ενώ το άρθρ. 337 Π.Κ. τιμωρούσε τις ελαφρότερες μορφές ασέλγειας σε βάρος γυναικών ή ανδρών.

Η υπαγωγή και της πράξης του εξαναγκασμού σε γενετήσια πράξη στην έννοια του βιασμού της διάταξης του άρθρ. 336 Π.Κ. καθόρισε τον εγκληματικό και αντικοινωνικό χαρακτήρα οιασδήποτε εξαναγκαζόμενης γενετήσιας πράξης η οποία δεν θα πρέπει να διαφοροποιείται ανάλογα με το είδος των ορέξεων του δράση.

Αντικειμενική υπόσταση

Πρόκειται για πολύπρακτο έγκλημα που συγκροτείται από δύο μερικότερες πράξεις.

Αφ’ ενός από τον εξαναγκασμό με σωματική βία ή με απειλή σπουδαίου και άμεσου κινδύνου ζωής ή σωματικής ακεραιότητας ή με οποιονδήποτε τρόπο χωρίς τη συναίνεση του θύματος, ανεξαρτήτως φύλου, αφετέρου δε από τη γενετήσια πράξη της συνουσίας ή άλλης πράξης ίσης βαρύτητας με αυτήν.

Μετά την εξίσωση των δύο φύλων… δράστης στον βιασμό μπορεί να είναι τόσο ο άντρας όσο και η γυναίκα. Η διάταξη του άρθρ. 336 Π.Κ. καλύπτει και τιμωρεί και την περίπτωση που η γυναίκα εξαναγκάζει άνδρα με σωματική βία ή απειλή  σπουδαίου και άμεσου κινδύνου ζωής ή σωματικής ακεραιότητας, ή με οποιονδήποτε τρόπο χωρίς την συναίνεση όχι μόνο σε συνουσία, αλλά και σε οποιαδήποτε άλλη γενετήσια πράξη που προσβάλλει την γενετήσια ελευθερία του άνδρα.

Παθητικό υποκείμενο

Μπορεί να είναι οποιοσδήποτε (άνδρας-γυναίκα, ανεξαρτήτου ηλικίας)

 

Μεταξύ συζύγων

Δεν έχει σημασία η γαμική κατάσταση του θύματος. Βιασμός τελείται και σε βάρος έγγαμου προσώπου. Μέχρι την τροποποίηση του Ν. 3500/2006 δεν μπορούσε να τελεστεί βιασμός από τον ή τη σύζυγό του ειδικά με τη μορφή της συνουσίας… καθότι επικρατούσε η άποψη ότι μέσα στα συζυγικά καθήκοντα περιλαμβάνεται και η σαρκική συνεύρεση των συζύγων.

Μπορούσε όμως να στοιχειοθετηθεί βιασμός όταν ο ένας εκ των συζύγων εξαναγκαζόταν στην ανοχή ή επιχείρηση άλλων γενετήσιων πράξεων πλην της συνουσίας., καθότι στις περιπτώσεις αυτές ο νομοθέτης δεν αναγνώριζε αντίστοιχη υποχρέωση των συζύγων.

Έτσι οι πράξεις συνουσίας (με την άσκηση βίας από σύζυγο) πριν την ισχύ του Ν. 3500/2006 τιμωρούνταν ως παράνομη βία καθότι ο εξαναγκασμός σε συνουσία έθιγε το αναφαίρετο δικαίωμα κάθε συζύγου για ελεύθερη επιλογή του χρόνου της σεξουαλικής επαφής.

Επί παράδειγμα ως βιασμός χαρακτηρίζονταν τότε (ο εξαναγκασμός από σύζυγο στη σύζυγο) σε παρά φύση ασέλγεια ή σε άλλη πράξη (σεξουαλικής διαστροφής) καθότι σε μια τέτοια περίπτωση προσβάλλεται η γενετήσια ελευθερία στην οποία περιλαμβάνεται και το είδος της σεξουαλικής επαφής αφού η γενετήσια σχέση αναφέρεται σε φυσιολογικές καταστάσεις.

Επίσης ως βιασμός χαρακτηρίζεται και η περίπτωση που ο ένας από τους συζύγους, εξαναγκάζει τον άλλον με σωματική βία ή απειλή να έρθει σε γενετήσια πράξη με τρίτο πρόσωπο (εδώ προσβάλλεται η έγγαμη σχέση).

Τι γίνεται με τα περιορισμένως ικανά άτομα

Μπορεί να τελεστεί βιασμός σε βάρος παράφρονα ή ανίκανου σε αντίσταση;

Ναι… μπορεί να τελεστεί και σε βάρος αυτών των ανθρώπων όταν η συμπεριφορά του δράση συνιστά όχι κατάχρηση (338 ΠΚ) αλλά εξαναγκασμό με σωματική βία ή με απειλή σπουδαίου και άμεσου κινδύνου ζωής ή σωματικής ακεραιότητας ή με οποιονδήποτε τρόπο, όταν λείπει η συναίνεση του θύματος. (Στον παράφρονα εξετάζεται κατά περίπτωση ο βαθμός της ψυχικής νόσου και το είδος της).

Στην περίπτωση του ανίκανου σε αντίσταση προσώπου εξετάζεται το αν ο δράστης με την πρόθεση να καταστήσει δυνατή την τέλεση της γενετήσιας πράξης σε βάρος του θύματός του δημιούργησε  σε αυτό έστω και σε προγενέστερο χρόνο, την κατάσταση της ανικανότητας ή συνετέλεσε στη δημιουργία της με τη χρήση σωματικής βίας ή απειλής.

Επ’ αυτού καθοριστική η απόφαση 1323/2006 ΑΠ όπου σε ομαδικό βιασμό ανηλίκου (παρά φύση) το οποίο έπασχε από νοητική στέρηση το δικαστήριο καταδίκασε τους δράστες με τη διάταξη του βιασμού και όχι της 339 ΠΚ εκμετάλλευσης της παραφροσύνης με την αιτιολογία ότι ασκήθηκε βία-εξαναγκασμός σε βάρος τους ανήλικου θύματος.

Ακόμη και σε βάρος ανίκανου για αντίσταση προσώπου μπορεί να τελεστεί βιασμός όταν αυτό παρά τη σωματική του αδυναμία, προσπαθεί να καλέσει σε βοήθεια και εμποδίζεται από τον δράστη είτε με σωματική βία είτε με απειλή.

Γιατί και στη περίπτωση αυτή υπάρχει αντίσταση του θύματος που εξουδετερώνεται με τα μέσα που προβλέπει το άρθρ. 336 ΠΚ και όχι η διάταξη κατάχρησης σε ασέλγεια.

Βιασμός μπορεί να στοιχειοθετηθεί όταν ο ένας εκ των μνηστευμένων εξαναγκάζει τον έτερο σε συνουσία ή σε γενετήσια πράξη.

Επίσης βιασμός μπορεί να τελεστεί και σε βάρος εταιριζόμενης γυναίκας (πόρνης). Το αυτό ισχύει και για τον εκδιδόμενο άνδρα.

Αυτός ή αυτή που επέλεξαν να εκπορνεύονται έναντι αμοιβής δεν σημαίνει ότι έχασαν τη γενετήσια ελευθερία τους.

Συστατικό στοιχείο βιασμού

Ο εξαναγκασμός ο οποίος συνίσταται στη χρήση είτε σωματικής βίας είτε απειλής σοβαρού και άμεσου κινδύνου ζωής ή σωματικής ακεραιότητας.

Η διεύρυνση των περιπτώσεων της απειλής με τον Ν.4619/2019 οι οποίες περιλαμβάνονται στη νέα παράγραφο 4 του άρθρ. 336 ΠΚ καλύπτουν τις άλλες μορφές βίας όπως την άσκηση ψυχολογικής βίας και κάθε είδους εκβιασμού των θυμάτων.

Η σωματική βία

          Αναφέρεται στην σωματική επενέργεια της δύναμης που χρησιμοποιείται και όχι η υλική της φύση που κατά κανόνα θα υπάρχει πλην όμως δεν είναι αναγκαία για την στοιχειοθέτηση της σωματικής βίας.

Στην έννοια της ονοματικής βίας υπάγεται σύμφωνα με τον ορισμό του άρθρου 13 εδ. δ΄ ΠΚ και η χρήση όχι μόνο ναρκωτικών, αλλά και υπνωτικών μέσων γιατί και ο υπνωτισμός επενεργεί σωματικά.

Σωματική βία υπάρχει και όταν ο δράστης εκμεταλλεύεται την κατάσταση του θύματος που δεν μπορεί να αντισταθεί στην οποία αυτό περιήλθε δια υπνωτικών μέσων (Σχετ. ΑΠ 754/2012 Ποιν.Δικ. 2013, 39) ο κατηγορούμενος γιατρός αφού έθεσε την παθούσα στη γυναικολογική κλινική της έκανε ένεση με αποτέλεσμα να μη μπορεί να αντιδράσει και ενώ είχε αυτή τις αισθήσεις της ήλθε σε συνουσία μαζί της.

Σωματική βία ασκείται όχι μόνο με ενέργεια αλλά και με παράλειψη. Ο δράστης αρνείται να σώσει ή να προστατέψει κάποιον από σοβαρότατο κίνδυνο, αν αυτός δεν ενδώσει στην άμεση τέλεση γενετήσιας πράξης.

Επίσης άσκηση σωματικής βίας συνιστά… η άρνηση χορήγησης φαρμάκων σε κάποιον που το έχει ανάγκη αν δεν ενδώσει στην απαίτηση για την τέλεση γενετήσιας πράξης.

Η σωματική βία πρέπει να ασκείται πάνω στο ίδιο το θύμα και όχι σε τρίτα πρόσωπα ή με επενέργεια πάνω σε πράγματα.

Π.χ. το σπάσιμο της πόρτας για να μπορέσει ο δράστης να μπει στο σπίτι, όπου βρίσκεται το θύμα βιασμού δεν συνιστά βιασμό. Όταν όμως αποτελεί έμπρακτη προαγγελία κακού και θα επέλθει σε βάρος του εξαναγκαζόμενου (θύματος) διότι ενέχει απειλή άμεσου και σπουδαίου κινδύνου τότε οδηγεί στη στοιχειοθέτηση βιασμού.

          Τι συμβαίνει όμως στις περιπτώσεις που άλλο είναι το πρόσωπο που ασκεί σωματική βία ή απειλή και άλλο το πρόσωπο που έρχεται σε σαρκική συνάφεια με το θύμα

Σχετικό 72/1999 Βούλευμα Συμβ. Πλημ. Ξάνθης Ποιν.Χρ. Ν΄847

Ιδιοκτήτης καταστήματος κατακρατεί παράνομα τα διαβατήρια αλλοδαπών θυμάτων που είχε προσλάβει στην επιχείρησή του και τις κακοποιεί απειλώντας τες και εξαναγκάζοντας αυτές να έρχονται σε σαρκική συνάφεια με πελάτες του κέντρου. Στην περίπτωση αυτή η πράξη χαρακτηρίστηκε ότι συνιστά το αδίκημα της σωματεμπορίας και όχι του βιασμού.

Η σωματική βία πάνω στο θύμα επενεργεί και εμμέσως πάνω σε αυτό (π.χ. η κατακράτηση της πατερίτσας ανάπηρου, ή του μπαστουνιού ενός τυφλού ώστε να μη μπορεί αυτός να αντιδράσει και να αντισταθεί, ενδέχεται υπό συγκεκριμένες περιστάσεις να συνιστά σωματική βία (Μαγκάκης Γ. … Τα εγκλήματα περί την γενετήσιον και την οικογενειακήν ζωήν, 1967 σελ. 25).

Το μέτρο της σωματικής βίας κρίνεται από τις συγκεκριμένες περιστάσεις… π.χ. η σωματική υπεροχή του δράστη, η παράσυρση του θύματος σε ερημική περιοχή όπου αυτό δεν έχει δυνατότητα διαφυγής και κάθε αντίσταση εμφανίζεται άσκοπη (ΑΠ 25/1998 ΠοινΧρ. ΜΗ΄664).

Η σωματική βία διακρίνεται σε virabsuluta (απόλυτη ή ακαταμάχητη) και σε vircompalsiva (σχετική).

Η απόλυτη βία πετυχαίνει άμεσα (με μηχανικό) τρόπο το σκοπό της και εξουδετερώνει πλήρως την βούληση του βιαζόμενου. Vis compusila είναι η σωματική βία που πετυχαίνει τον σκοπό της μέσω της βούλησης του βιαζόμενου π.χ. το θύμα για να σταματήσει την αφόρητη βία που του ασκεί ο δράστης (ξυλοδαρμός) ενδίδει αναγκαστικά στις ορέξεις του δράση.

Η σωματική βία διακρίνεται της ψυχολογικής βίας. Στην σωματική απαιτείται πάντοτε σωματική επενέργεια.

          Στην ψυχολογική βία χωρίς καμία σωματική επενέργεια δημιουργείται ψυχικά τέτοια δυσάρεστη κατάσταση στο θύμα, ώστε αυτό εξαναγκάζεται να ενδώσει για να σταματήσει αυτήν.

 

Με απειλή

Συνίσταται στην απειλή σοβαρού και άμεσου κινδύνου ζωής ή σωματικής ακεραιότητας.

Πρόκειται για προαγγελία κακού, βλάβης που θα επέλθει στο θύμα, αν αυτό δεν ενδώσει στις απαιτήσεις του δράστη.

Η απειλή εφόσον προκαλεί το δυσάρεστο συναίσθημα φόβου στον απειλούμενο συνιστά περίπτωση ψυχολογική βίας και στοιχειοθετεί βιασμό.

Υπάρχει και η σπάνια περίπτωση η απειλή να μην προκαλέσει φόβο στον απειλούμενο ο οποίος όμως εκτιμώντας ψύχραιμα την κατάσταση αποφασίζει να ενδώσει στην απειλή του δράστη. Εδώ δεν υπάρχει ψυχολογική βία πλην όμως στοιχειοθετείται βιασμός. Συνεπώς η απειλή είναι ευρύτερη έννοια της ψυχολογικής βίας.

Το αντι… της απειλής προσδιορίζεται από το νόμο ως κίνδυνος. Πρόκειται για εκείνη την κατάσταση που κατά την κοινή πείρα και λογική ενέχει την πιθανότητα επέλευσης ορισμένης βλάβης.

Η απειλή αναφέρεται στο κίνδυνο επέλευσης βλάβης στη σωματική ακεραιότητα ή τη ζωή του θύματος και όχι σε κάποιο άλλο δικαίωμα του θύματος.

Αναφέρομαι στο υπ’ αριθμ. 196/2006 βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών Θράκης το οποίος έκρινε ότι ο δράστης που βιντεοσκοπούσε την ερωτική συνεύρεση 15ετούς νεαράς με ον 19χρονο φίλο της, σε καλύβα στην περιοχή της Ορεστιάδας που είχε παραχωρήσει αυτός στο φίλο του και στη συνέχεια την απείλησε ότι αν δεν δεχθεί να συνουσιασθεί και μαζί του, αυτός θα παραδώσει το βίντεο στους γονείς της και θα το προβάλλει στο διαδίκτυο, διέπραξε το αδίκημα του βιασμού 336 ΠΚ (σχετικό το βούλευμα 196/2006 του Συμβουλίου Εφετών Θράκης).

Πολύ ορθά κρίθηκε ότι από την στιγμή που κάμφθηκε η αντίσταση του θύματος δεν ήτο απαραίτητο οι απειλές να στρέφονται μόνο κατά της ζωής και της σωματικής ακεραιότητας. Οι απειλές σοβαρού και άμεσου κινδύνου μπορούν να στρέφονται και κατά ετέρων εννόμων αγαθών (την τιμή και υπόληψη… τα ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα).

 

Ο κίνδυνος πρέπει να είναι σοβαρός και άμεσος

          Να υπάρχει δηλαδή αυξημένη πιθανότητα πραγμάτωσής του. Αυτό συμβαίνει όταν τίθεται σε κίνδυνο όχι αμελητέο αγαθό. Πρόκειται για τις περιπτώσεις που εξαναγκάζουν τον μέσο κοινωνικό άνθρωπο να ενδώσει… Η σπουδαιότητα του κινδύνου κρίνεται με τον συνδυασμό αντικειμενικού και υποκειμενικού κριτηρίου, διότι για να είναι σπουδαίος ο κίνδυνος, πρέπει να μπορεί να εξαναγκάσει τον μέσο άνθρωπο, τον οποίο πρέπει να τοποθετήσουμε στη θέση του θύματος.

Ο κίνδυνος θα πρέπει να είναι άμεσος. Δηλαδή να μπορεί το απειλούμενο κακό να επέλθει σε σύντομο χρόνο… ώστε ο μέσος άνθρωπος… θα πρέπει να μεριμνήσει χωρίς χρονοτριβές για την αποτροπή του. Τον μέσο άνθρωπο βέβαια θα πρέπει να τον φανταστούμε στις συγκεκριμένες (ψυχολογικές) συνθήκες του θύματος.

Για την ύπαρξη απειλής δεν είναι αναγκαίο να έχει πράγματι αυτός που απειλεί τη διάθεση ή την πρακτική δυνατότητα να την πραγματοποιήσει.

Αρκεί ότι ο απειλούμενος πίστεψε ότι υπάρχει και η διάθεση και η πρακτική δυνατότητα πραγματοποίησής της.

Αποδέκτης της απειλής πρέπει να είναι το θύμα του βιασμού το απειλούμενο κακό όμως μπορεί να αφορά άμεσα τρίτο πρόσωπο, το οποίο συνδέεται στενά με το θύμα… να θίγει έμμεσα και το ίδιο και ως εκ τούτου να το εξαναγκάζει (συνεπώς είναι πλέον ευρύτερος ο κύκλος των τρίτων).

Όταν ο δράστης χρησιμοποιεί δύο τρόπους εξαναγκασμού δηλαδή απειλεί το θύμα και ασκεί σε αυτό σωματική βία έχουμε ένα μόνο έγκλημα βιασμού.

Γενετήσια πράξη χωρίς συναίνεση του θύματος

          Όποιες περιπτώσεις δεν εμπίπτουν στη διάταξη της παρ. 1 δηλαδή βιασμοί που δεν επιτυγχάνονται μέσω σωματικής βίας ή απειλής κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας περιλαμβάνονται στην παρ. 4 του άρθρ. 336 ΠΚ.

Σύμφωνα με το άρθρ. 36 § 2 της Σύμβασης του Συμβουλίου της Ευρώπης για την πρόληψη και την καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών και της ενδοοικογενειακής βίας «η συγκατάθεση πρέπει να παρέχεται εκουσίως ως αποτέλεσμα της ελεύθερης βούλησης του ατόμου η οποία αξιολογείται στο πλαίσιο των συνοδών περιστάσεων».

Η εξομοίωση της φυσικής αδυναμιας του θύματος με την αντίστοιχη ψυχολογική αδυναμία του να αντιδράσει (π.χ. παραλυτικός φόβος, ανικανότητα αντίστασης από το σοκ της επίθεσης) απέναντι στο δράση ήταν επιβεβλημένη στον Έλληνα Νομοθέτη ο οποίος θα έπρεπε  να στοιχειοθετήσει βιασμό και στις μορφές ψυχολογικής βίας στο θύμα που εξαναγκάζεται να προβεί ή να ανεχθεί γενετήσιες πράξεις του δράστη ή των δραστών (πρόκειται για ομαδικό βιασμό).

Συνεπώς σύμφωνα με την ισχύουσα διάταξη του 336 ΠΚ διακριτικό σημείο μεταξύ βιασμού και ελεύθερης γενετήσιας πράξης αποτελεί η συναίνεση του καθενός συμμετέχοντα σε μία ή περισσότερες γενετήσιες πράξεις. Η νέα διατύπωση του άρθρ. 336 ΠΚ διεύρυνε την αντικειμενική υπόσταση της προγενέστερης μορφής των σχετικών διατάξεων. Επίσης πρέπει να αναφέρω ότι η αιτιολόγηση και η κρίση για το κατά πόσο ο κίνδυνος και η απειλή σε βάρος του θύματος εφόσον δεν στρέφεται κατά της ζωής και της σωματικής του ακεραιότητας που κατάφεραν να κάμψουν την αντίστασή του ανάγεται στη διακριτική ευχέρεια του εκάστοτε δικαστηρίου.

 

Η γενετήσια πράξη

Ο βιασμός συνίσταται στον εξαναγκασμό άλλου σε επιχείρηση ή ανοχή γενετήσιας πράξης και όχι ασελγούς πράξης. Κατ’ αυτόν τον τρόπο διευρύνθηκε το πεδίο των πράξεων που μπορούν να συστήσουν το έγκλημα του βιασμού.

Στην 2η παράγραφο του άρθρου ορίζεται ως γενετήσια πράξη η συνουσία και οι ίσης βαρύτητας με αυτήν πράξεις.

Η 2η αυτή πράξη μπορεί να τελεστεί με τρεις διαφορετικούς τρόπους:

α) Συνουσία (δηλαδή την ένωση των γεννητικών μορίων – η είσοδος του ανδρικού μορίου στο γυναικείο κόλπο, χωρίς να απαιτείται  και εκσπερμάτωση). Η συνένωση αποτελεί το διακριτικό γνώρισμα της συνουσίας.

Η τεχνητή σπερματέγχυση ή γονιμοποίηση δε συνιστά συνουσία και συνεπώς ο εξαναγκασμός της δεν μπορεί να κριθεί ως βιασμός.

Μπορεί όμως κατά τις περιστάσεις να κριθεί ως παράνομη βία και προσβολή της οικογενειακής τάξης.

Η συνουσία μέχρι την έναρξη ισχύος του Ν. 3500/2006 έπρεπε να είναι εξώγαμη. Όταν επρόκειτο για υπόστατο γάμο δεν χαρακτηρίζονταν βιασμός.

Ακόμη καις τις περιπτώσεις των άκυρων ή ακυρώσιμων γάμων μέχρι την αμετάκλητη λύση τους ο εξαναγκασμός για την επίτευξή συνουσίας δεν στοιχειοθετούσε βιασμό παρά μόνο όταν οι σύζυγοι ήτο σε διάσταση

β) Ανοχή γενετήσιας πράξης (η ανοχή από το θύμα τέλεσης σε βάρος του γενετήσιας πράξης η οποία επιτυγχάνεται με σωματική επαφή είτε από αυτόν που ασκεί τον εξαναγκασμό είτε και από τρίτο, οπότε έχουμε την διάπραξη βιασμού κατά συναυτουργία.

γ) Επιχείρηση γενετήσιας πράξης από το θύμα. Όταν δηλαδή το θύμα δεν ανέχεται την τέλεση πάνω του γενετήσιας πράξης, αλλά εξαναγκάζεται να την τελέσει αυτό το ίδιο είτε με αυτόν που το εξαναγκάζει, είτε με τρίτο, είτε και μόνο πάνω στο δικό του σώμα.

Ποια είναι η έννοια της γενετήσιας πράξης

Πρόκειται για εκείνη την συμπεριφορά που κατά τα εξωτερικά της γνωρίσματα συνιστά εκδήλωση της γενετήσιας ζωής, αποβλέπει σε ηδονισμό, δηλαδή  σε διέγερση ή ικανοποίηση της γενετήσιας ορμής και κάτω από τις συγκεκριμένες συνθήκες προσβάλλει τη γενετήσια ελευθερία και την αξιοπρέπεια του θύματος.

Η έννοια της γενετήσιας πράξης

α) εξωτερικός γενετήσιος χαρακτήρας της πράξης.

Πρέπει δηλαδή η πράξη να συνιστά κατά τα εξωτερικά της γνωρίσματα εκδήλωση της γενετήσιας ζωής, να έχει έντονο γενετήσιο χαρακτήρα προκειμένου να μπορεί να χαρακτηριστεί ασελγής.

Ενέργειες που στο πλαίσιο του Ποινικού Δικαίου δεν πρέπει να χαρακτηρίζονται ασελγείς είναι επί παράδειγμα οι μαζοχιστικές, σαδιστικές, φετιχιστικές πράξης.

β) η προσβολή της γενετήσιας ελευθερίας, η οποία με τη νομοθετική αναθεώρηση του 1984 αντικατέστησε την προσβολή του κοινού αισθήματος της αιδούς και των ηθών που ανάγετο σε ένα έντονο αξιολογικό στοιχείο το εννοιολογικό περιεχόμενο του οποίου ήταν ασαφές και σαθρό στη βάση δικαστικών κρίσεων.

Η προσβολή της γενετήσιας αξιοπρέπειας καθιστά πλέον δυνατό τον ποινικό κολασμό πράξεων που μπορεί να μη στοιχειοθετούν την πράξη του βιασμού δεν είναι όμως ποινικά αδιάφορες εφ’ όσον θίγουν την αξιοπρέπεια εκείνου που τις υφίσταται.

Όπως παρατηρεί ο Ν. Παρασκευόπουλος οι διατάξεις των άρθρ. 336, 338 και 339 ΠΚ πρέπει να εφαρμόζονται μόνο σε σοβαρές προσβολές όπως η συνουσία και οι απομιμήσεις.

Οι απλές ……..ερωτογενών περιοχών του σώματος και οι ασπασμοί, υπάγονται όταν συντρέχουν και τα άλλα απαιτούμενα στοιχεία στη νέα διάταξη του άρθρ. 337 ΠΚ.

γ) ο ηδονιστικός σκοπός.

Το 3ο στοιχείο της γενετήσιας πράξης είναι υποκειμενικό διότι αφορά τον ψυχικό κόσμο του ανθρώπου καθότι η ενέργεια του δράστη αποβλέπει στον ηδονισμό δηλαδή στη διέγερση ή στην ικανοποίηση της γενετήσιας ορμής.

Ο ηδονισμός συνιστά υποκειμενικό στοιχείο του αδίκου.

Στην περίπτωση που ο ηδονισμός αφορά αποκλειστικά τρίτο πρόσωπο, που ναι μεν δεν ασκεί τον εξαναγκασμό πλην όμως ηδονίζεται έστω και χωρίς σωματική επαφή με το θύμα στοιχειοθετεί βιασμό που τελείται σε συναυτουργία.

Με τον νέο αυτό προσδιορισμό του εννόμου αγαθού, το ηδονιστικό στοιχείο του δράστη μπορεί να εμπεριέχεται στην έννοια του σεξουαλικού εγκλήματος όπως συμβαίνει σε κάθε ερωτική πράξη χωρίς όμως απαραίτητα να αποτελεί και προϋπόθεση για την τέλεση της πράξης βιασμού.

Επί παράδειγμα ο δράστης ενός βιασμού – ή ενός ομαδικού βιασμού δεν είναι απαραίτητο να αποβλέπει αποκλειστικά στον ηδονισμό αλλά μόνο στην ταπείνωση και τον εξευτελισμό του θύματος. Εδώ θα πρέπει να διακρίνουμε τον σεξουαλικό σκοπό του κάθε δράστη από το σημείο αναφοράς κάθε σεξουαλικού εγκλήματος που προσβάλλει την σεξουαλική ελευθερία ή αξιοπρέπεια του κάθε θύματος.

Η συναίνεση του θύματος

Ο εξαναγκασμός στη γενετήσια πράξη συνιστά στοιχείο της αντικειμενικής υπόστασης του βιασμού. Εφ’ όσον υπάρχει συναίνεση του θύματος στην τέλεση της γενετήσιας πράξης τότε δεν μπορεί να στοιχειοθετηθεί βιασμός.

Η συγκατάθεση πρέπει να παρέχεται εκουσίως ως αποτέλεσμα της ελεύθερης βούλησης του ατόμου η οποία αξιολογείται στο πλαίσιο των συνοδών περιστάσεων.

Δεν υπάρχει εξαναγκασμός σε γενετήσια πράξη, όταν η άρνηση ή αντίσταση του θύματος ήταν προσποιητή.

Η συναίνεση…αποκλείει τον άδικο χαρακτήρα της πράξης. Έτσι θα πρέπει να διερευνάται αν η ψυχική διάθεση του θύματος κατά την ερωτική συνεύρεση είναι θετική ή αρνητική όπως και το χρονικό σημείο που αυτή μπορεί να μεταβληθεί.

Η συναίνεση είναι δυνατόν να ανακληθεί σε οποιοδήποτε χρονικό σημείο της ερωτικής συνεύρεσης, οπότε εάν αυτή συνεχιστεί με την άσκηση βίας τότε από εκείνο το σημείο τελείται βιασμός.

Ποιες είναι οι προϋποθέσεις της συναινέσεως

α) η γνησιότητα της βουλήσεως, ώστε ο συναινών να έχει πλήρη επίγνωση της σημασίας της και η απόφασή του να είναι προϊόν ελεύθερης επιλογής

β) η προΰπαρξη της συναίνεσης από την προσβολή του εννόμου αγαθού και η μη ανάκλησή της όσο διαρκεί η τελευταία. Η μεταγενέστερη έγκριση δεν αρκεί για να αποκλείσει αναδρομικώς τον άδικο χαρακτήρα της προσβολής του εννόμου αγαθού και αποτελεί απλή παροχή συγνώμης από πλευράς του παθόντος.

Για την ύπαρξη εξαναγκασμού δεν είναι απαραίτητο το θύμα να αντιστάθηκε ενεργά στην τέλεση της γενετήσιας πράξης… αρκεί να γίνεται με τη χρήση σωματικής βίας παρά την αντίθετη βούλησή του.

Συνεπώς υπάρχει βιασμός και όταν το θύμα δεν πρόβαλε αντίσταση για να αντιμετωπίσει τις ενέργειες του δράστη είτε λόγω αιφνιδιασμού, είτε του φόβου που ένιωσε είτε γιατί θεώρησε μάταιη την αντίσταση. Η αντίσταση  του θύματος δεν είναι απαραίτητο να διήρκεσε μέχρι την περάτωση της γενετήσιας πράξης.

Βιασμός υπάρχει και στην περίπτωση που το θύμα σταματήσει να αντιστέκεται κατά την διάρκεια της γενετήσιας πράξης λόγω του γενετήσιου ερεθισμού που του προκλήθηκε ακούσια ακόμη και αν έφτασε χωρίς να το έχει κατανοήσει στην κορύφωση.

Ο βιασμός είναι έγκλημα πολύπρακτο και η αντικειμενική του υπόσταση συγκροτείται αφ’ ενός από την πράξη του εξαναγκασμού αφετέρου από τη γενετήσια πράξη.

Μεταξύ των μερικότερων αυτών πράξεων πρέπει να υπάρχει αιτιώδης σχέση.

Το έγκλημα του βιασμού διαπράττεται πάντα με δόλο, ο οποίος αναφέρεται σε όλα τα στοιχεία της αντικειμενικής υπόστασης του εγκλήματος και περιλαμβάνει τη γνώση ότι η γενετήσια πράξη τελείται χωρίς τη θέληση του θύματος. Η εσφαλμένη αντίληψη του δράστη ότι το θύμα συναινεί συνιστά πραγματική πλάνη που αποκλείει τον δόλο.

Αρκεί και ο ενδεχόμενος δόλος, ο οποίος αποκλείει την πραγματική πλάνη στην περίπτωση που ο δράστης, δεν είναι βέβαιος αλλά θεωρεί απλώς ως ενδεχόμενη τη συναίνεση του θύματος και ουσιαστικά αποδέχεται τη μη συναίνεσή του.

Στην περίπτωση που ο δράστης άρχισε να απειλεί ή να ασκεί σωματική βία, νομίζοντας ότι το θύμα μόνο κατά προσποίηση θα αντισταθεί, ενώ στην πραγματικότητα θέλει τη γενετήσια σχέση, μόλις δε συνάντησε αληθινή αντίσταση παραιτήθηκε από τις παραπέρα ενέργειές του, δεν έχουμε υπαναχώρηση από απόπειρα βιασμού.

Απόπειρα

Όταν ο δράστης άρχισε να απειλεί το θύμα του ή να χρησιμοποιεί σε βάρος του σωματική βία με την πρόθεση να το εξαναγκάσει σε συνουσία ή σε γενετήσια πράξη ίσης βαρύτητας, υποχρεώθηκε όμως από εμπόδια εξωτερική ή άλλους λόγους ανεξάρτητους από τη βούλησή που να σταματήσει τις ενέργειές του χωρίς να τις ολοκληρώσει, ακόμα και πριν αρχίσει τη γενετήσια πράξη. Αρχή εκτέλεσης… όταν άρχισε να τελείται έστω και μόνο η πρώτη από τις δύο μερικότερες πράξεις που συγκροτούν το πολύπρακτο έγκλημα του βιασμού… δηλαδή εξαναγκασμός.

          Υπαναχώρηση: αν η τέλεση της πράξης δεν ολοκληρώθηκε σε οποιοδήποτε στάδιο και αν βρισκόταν όχι από εξωτερικά εμπόδια, αλλά εκούσια, τότε έχουμε εκούσια υπαναχώρηση από απόπειρα που μένει ατιμώρητη σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρ. 44 § 1 ΠΚ.

Όταν ο δράστης παραιτείται από την ολοκλήρωση του βιασμού λόγω αντίστασης του θύματος ή της επίκλησής του για βοήθεια δεν έχουμε υπαναχώρηση.

Τετελεσμένος βιασμός υπάρχει και στην περίπτωση εξαναγκασμού που επιχειρήθηκε με την πρόθεση της τέλεσης συνουσίας η οποία δεν επιτεύχθη, ο δράστης όμως κατάφερε να τελέσει σε βάρος του θύματος άλλες γενετήσιες πράξεις ίσης βαρύτητας.

          Στις περιπτώσεις που οι πράξεις χαρακτηρίζονται ασελγείς ή ασελγείς χειρονομίες τότε ο δράστης μπορεί να κριθεί ένοχος προσβολής γενετήσιας αξιοπρέπειας.

          Η στυτική ανικανότητα του δράστη δεν τον εμποδίζει να διενεργήσει ασελγείς πράξεις για την ικανοποίηση των γενετήσιων επιθυμιών του οι οποίες είναι ισοδύναμες με τη συνουσία με αποτέλεσμα να αρκούν για την ολοκλήρωση του βιασμού.

Συρροή

Ο βιασμός είναι έγκλημα υπαλλακτικώς μικτό γιατί και οι δύο τρόποι πραγμάτωσης της κάθε μίας από τις μερικότερες πράξεις που συγκροτούν τον βιασμό συνιστούν διαφορετικές απλώς εκφράσεις μιας και μόνο εγκληματικής δράσης. Αν δηλαδή σε μία συγκεκριμένη περίπτωση ο δράστης πραγμάτωσε δύο ή περισσότερους από τους προβλεπόμενους τρόπους τέλεσης του βιασμού έχουμε ένα και μόνο έγκλημα.

Αληθινή συρροή βιασμού με τα εξής εγκλήματα

α) Γενετήσιας πράξης μεταξύ συγγενών (345 ΠΚ)

β) Γενετήσιας πράξης με ανήλικους ή ενώπιόν τους (339 ΠΚ)

γ)

δ) Κατάχρησης ανηλίκων (342 ΠΚ)

ε) Κατάχρησης σε γενετήσια πράξη (343 ΠΚ)

στ) Προσβολής γενετήσιας ευπρέπειας (353 ΠΚ)

ζ) Αρπαγή (322 ΠΚ) και Διατάραξης οικιακής ειρήνης (334 ΠΚ)

θ) Ανθρωποκτονίας με πρόθεση (299 ΠΚ) ή από αμέλεια (302 ΠΚ)

ι) Εγκατάλειψης εγκύου (359 ΠΚ)

κ) Εγκλημάτων σωματικής βλάβης διότι η σωματική βλάβης δεν περιλαμβάνεται αναγκαστικά στην έννοια της σωματικής βίας και δεν συνιστά ουσιαστικό όρο του εγκλήματος του βιασμού.

Μόνο στις περιπτώσεις που στα θύματα προκαλούνται σωματικές βλάβες ως αποτέλεσμα της άσκησης σωματικής βίας, τότε έχουμε φαινομενική συρροή μεταξύ των δύο εγκλημάτων.

Σχετικά με την γενετήσια πράξη (την δεύτερη από τις μερικότερες πράξεις του βιασμού) είναι δυνατή αληθινή συρροή μεταξύ βιασμού και σωματικής βλάβης (στην σωματική βλάβη δεν είναι αναγκαίο επακόλουθο της συγκεκριμένη γενετήσιας πράξης).

Αληθινή κατ’ ιδέαν συρροή μεταξύ βιασμού και κατάχρησης ανίκανου προς αντίσταση σε γενετήσια πράξη δεν είναι κατά κανόνα δυνατή.

Η επανάληψη του βιασμού από τον ίδιο δράστη του ίδιου θύματος σε διαφορετικούς όμως χρόνους κρίνεται ως βιασμός κατ’ εξακολούθηση.

Η επιβαρυντική περίπτωση του ομαδικού βιασμού

Προβλέπεται ως διακεκριμένη περίπτωση βιασμού και επισύρει ποινή κάθειρξης τουλάχιστον δέκα ετών. Ιδιαίτερα απαξιωτική και αποκρουστική πράξη με την οποία το θύμα μετατρέπεται σε δοχείο ηδονής.

Ο ομαδικός βιασμός αποκλείει την ηθική αυτουργία την άμεση ή απλή συνέργεια.

          Διάκριση από συναυτουργία στην οποία ο ένας των συναυτουργών τελεί τη μία από τις μερικότερες πράξεις και ο άλλος την άλλη.

Στο πλαίσιο του άρθρ. 45 Π.Κ. ο όρος «από κοινού» στην περίπτωση πολύπρακτου εγκλήματος ερμηνεύεται με ευρύτητα, δηλαδή διασταλτικά. Αντίθετα στην περίπτωση του ομαδικού βιασμού ο όρος αυτής πρέπει να ερμηνευτεί συσταλτικά με βάση το νομοθετικό λόγο της ποινικής πρόβλεψης της μορφής αυτής του βιασμού ως διακεκριμένης.

Στον ομαδικό βιασμό δύο ή περισσότεροι τελούν σε βάρος του θύματος την γενετήσια πράξη (συνουσία ή άλλη ασελγή πράξη) ταυτόχρονα ή διαδοχικά χωρίς να απαιτείται η τέλεση της σωματικής βίας από όλους τους δράστες.

Γεννάται το ερώτημα: Πως θα κριθεί σε περίπτωση ομαδικού βιασμού εκείνος ο συναυτουργός που τέλεσε μόνο την πράξη του εξαναγκασμού.

Η απάντηση στο ερώτημα αυτός δίνεται με βάση τις Γενικές Αρχές του Ποινικού Δικαίου και έτσι ο συναυτουργός θα τιμωρηθεί με βάση το περιεχόμενο και μόνο του δόλου του. Αν π.χ. ο δόλος του αναφερόταν στην τέλεση σε βάρος του θύματος γενετήσιας πράξης από ένα μόνο πρόσωπο και η ανάμειξη των λοιπών προσώπων έγινε χωρίς τη θέλησή του, τότε θα κριθεί ως συναυτουργός απλού βιασμού.

Σε κάθε περίπτωση η έκταση του ποινικού κολασμού του ηθικού αυτουργού και του συνεργού καθορίζεται από το περιεχόμενο του δόλου του.

Ο κάθε δράστης τιμωρείται γι’ αυτό που θέλησε να πράξει και όχι γι’ αυτό που έπραξαν οι λοιποί δράστες χωρίς τη θέλησή του.

Στέλιος Ρόμφος

Διανοητής στο βιβλίο του Η Ελλάδα των Ονείρων

Το στερεότυπο που σπρώχνει τον βιαστή είναι ένα τραύμα. Η ανάγκη του να ξαναζήσει το τραύμα-στερεότυπο τον κάνει βιαστή. Γιατί δεν μπορεί να το ξεπεράσει. Τα ψυχικά στερεότυπα είναι που δημιουργούν τις διαστροφές. Οι εσωτερικές αγκυλώσεις π.χ. αν συνδέω την ερωτική μου ευχαρίστηση με τη βία αυτό με οδηγεί στον σαδισμό. Πρόκειται για ψυχαναγκαστικές ιδέες και καταστάσεις. Παραιτούμαι από τον αυθορμητισμό της επιθυμίας και των υποστάσεων σε ψυχαναγκασμό.